Η σημασία του ύψους των ανδρών αθλητών για την κατάταξη στα παγκόσμια πρωταθλήματα χάντμπολ

Περίληψη
Σκοπός: Ο κύριος σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση του συντελεστή ύψους και της θέσης του παίκτη σε σχέση με την τελική κατάταξη της ομάδας στις τρεις ηλικιακές κατηγορίες, εφήβους, νέους και άνδρες.
ΜέθοδοςΤα δεδομένα αναλύθηκαν από 24 συμμετέχουσες ομάδες για άνδρεςς (n=972, ηλικία=27,3±4,5), νέους (n=622 ηλικία= 19,9±1,0) και εφήβους (1035 ηλικίες=18,8±0,2) από επίσημα δεδομένα από τα τελευταία Παγκόσμια Πρωταθλήματα Χάντμπολ 2013-2019. Για κάθε παίκτη που συμμετείχε, καταγράφηκε και η θέση του: περιφερειακός (αριστερά και δεξιά), πίβοτ (παίκτης γραμμής), τερματοφύλακας, περιφερειακός (κέντρο) και ακραίος (αριστερά και δεξιά). Καταγράφηκε επίσης η τελική κατάταξη των ομάδων και οι 24 ομάδες χωρίστηκαν σε 3 ομίλους κατάταξης των 8 ομάδων.
Αποτελέσματα: Το τεστ ANOVA απέδειξε ότι οι μέσες τιμές ήταν σημαντικά διαφορετικές μεταξύ των τριών ηλικιακών ομάδων (άνδρες: 190,04±7,33, νέοι: 187,28±8,13, έφηβοι: 186,84±7,55, F(2,3095)=61,1 p<0,001). Μέγεθος επίδρασης 0,039. Σε όλα τα γκρουπ κατάταξης και σε όλες τις κατηγορίες, τα ύψη των παικτών διέφεραν σημαντικά μεταξύ των διαφορετικών αγωνιστικών θέσεων. Το ύψος και στις τρεις κατηγορίες και τις θέσεις παικτών αντιπροσώπευε ένα συνολικό ποσοστό περίπου 70% στη σωστή ταξινόμηση των τριών βαθμίδων κατάταξης των 8 ομάδων.
Συμπέρασμα: Το ύψος είναι ένας παράγοντας που διαφοροποιεί την απόδοση υψηλού επιπέδου τόσο για τη θέση όσο και για τις ηλικιακές κατηγορίες των παικτών. Τα πρακτικά αποτελέσματα μπορούν να βοηθήσουν τις εθνικές ομοσπονδίες και τους προπονητές να εφαρμόσουν πιο αποτελεσματικές στρατηγικές για την επιλογή παικτών.
«Το ύψος είναι ένας παράγοντας που διαφοροποιεί την απόδοση υψηλού επιπέδου τόσο για τη θέση όσο και για τις ηλικιακές κατηγορίες των παικτών»
Εισαγωγή
Το χάντμπολ βρίσκεται σε κατάσταση συνεχούς ανάπτυξης και κατέχει σημαντική θέση στον αθλητικό κόσμο. Η εξέλιξή του βασίζεται επίσης στη μεγάλη ποικιλία γρήγορων κινήσεων με συνεχείς αλλαγές παιχνιδιού από άμυνα σε επίθεση, γεγονός που το κάνει θεαματικό1. Το χάντμπολ έχει μακρά παράδοση στην Ευρώπη και σημειώνει πρόοδο και σε άλλες ηπείρους. Είναι ένα ομαδικό άθλημα διείσδυσης με ξεκάθαρο στόχο να πετύχει γκολ και να εμποδίσει τον αντίπαλο να σκοράρει2. Καθοδηγείται από τη Διεθνή Ομοσπονδία Χάντμπολ (I.H.F). Η ανταγωνιστικότητα σε διεθνείς διοργανώσεις σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο είναι ένας από τους παράγοντες ανάπτυξης του αθλήματος. Η I.H.F είναι υπεύθυνη για τη διεξαγωγή παγκοσμίων πρωταθλημάτων ανδρών, εφήβων και νέων. Μόνο αθλητές κάτω των 21 ετών συμμετέχουν στα πρωταθλήματα των νέων ενώ στα πρωταθλήματα των εφήβων η ηλικία είναι κάτω των 19 ετών (Διεθνής Ομοσπονδία Χάντμπολ, έγγραφα κανονισμών)3. Αυτές οι ηλικιακές κατηγορίες είναι σημαντικές καθώς αποτελούν τη δεξαμενή των παικτών που προχωρούν σε ανώτερο επίπεδο και είναι ζωτικής σημασίας για τη διαδικασία ανάπτυξης του αθλήματος σε κάθε χώρα.
Το επίπεδο του αθλήματος σε κάθε χώρα αντικατοπτρίζεται στα αποτελέσματα των συλλόγων και των εθνικών ομάδων. Η σημαντική διαφορά είναι ότι οι σύλλογοι μπορούν να υπογράψουν παίκτες διαφορετικών εθνικοτήτων. Στα επαγγελματικά ομαδικά αθλήματα έχει αναπτυχθεί μια βιομηχανία μεταγραφών για την ελεύθερη κυκλοφορία των αθλητών, ιδίως μετά τις συνέπειες της απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου του 1995 (υπόθεση C-415/93) για την υπόθεση του Jean‐Marc Bosman4, 5, 6. Η προαναφερθείσα δυνατότητα δεν είναι διαθέσιμη στις εθνικές ομάδες και κατά συνέπεια η εθνική ομάδα αποτελεί σημαντικό δείκτη του αθλήματος σε κάθε χώρα και σχετίζεται με την προσφορά γηγενών παικτών. Έτσι, οι εθνικές ομάδες αντικατοπτρίζουν κατά κάποιο τρόπο το επίπεδο του αθλήματος στη χώρα, αν και αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως η οργανωτική δομή των αθλητικών αρχών και ομοσπονδιών, η δημοτικότητα και ο βαθμός απήχησης στα παιδιά, η υποδομή αναγνώρισης ταλέντων, η λειτουργία αθλητικών σχολείων και προσπάθειες συλλόγων, είτε το άθλημα παίζεται σε επαγγελματικό είτε ερασιτεχνικό επίπεδο, ακόμη και τη δυναμική και την ανταγωνιστικότητα του πρωταθλήματος7.

«Σύμφωνα με μελέτες, έχει αποδειχθεί ότι στο χάντμπολ, τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά είναι ένας σημαντικός και καθοριστικός παράγοντας στις επιδόσεις σε επίπεδο νέων και ανδρών, 11,12,13».
Το χάντμπολ εξελίσσεται δυναμικά, γίνεται πιο θεαματικό με ολοένα και αυξανόμενους ρυθμούς στο παιχνίδι8. Τεχνικά και τακτικά στοιχεία όπως η ταχύτητα ρίψης9,10 είναι αναμφίβολα κρίσιμα και έχουν αποτελέσει αντικείμενα πολλών μελετών. Οι σωματικές διαστάσεις επηρεάζουν την επιλογή του τακτικού μοντέλου χωρίς να υποτιμάται η αξία των κινητικών δεξιοτήτων. Η τεχνική, τακτική και φυσική προετοιμασία των αθλητών καθώς και τα συγκεκριμένα έμφυτα χαρακτηριστικά του σώματος αποτελούν όλα μαζί έναν πολύπλοκο παράγοντα επιρροής στην ανάπτυξη του αθλήματος. Σύμφωνα με μελέτες, έχει αποδειχθεί ότι στο χάντμπολ, τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά είναι ένας σημαντικός και καθοριστικός παράγοντας στις επιδόσεις σε επίπεδο νέων και ανδρών.11,12,13. Ο ανθρωπομετρικός δείκτης είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει τα αποτελέσματα και την τελική κατάταξη των ομάδων σε μια μελέτη που αναφέρθηκε σε δείγμα ομάδων που συμμετείχαν στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Χάντμπολ Ανδρών το 201714. Σε μια μελέτη των Debanne και Guillaume15, για άλλη μια φορά τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά λαμβάνονται ως παράγοντας σε ένα μοντέλο πολλαπλής παλινδρόμησης που αφορά το γαλλικό και γερμανικό πρωτάθλημα επαγγελματιών χάντμπολ ανδρών. Το πλεονέκτημα των αθλητών με μεγάλη ανθρωπομετρία έχει αποδειχθεί μέσω μελετών και ειδικότερα διαστάσεων παλάμης τόσο για αθλητές χάντμπολ όσο και για αθλητές μπάσκετ16 και σε ελίτ νεαρούς παίκτες χάντμπολ17. Σύμφωνα με τους Malina et al.18 οι διαστάσεις του σώματος είναι παράγοντες που διακρίνουν τους αθλητές από τους μη αθλητές. Επιπλέον, ορισμένοι ανθρωπομετρικοί δείκτες είχαν ισχυρή ή λιγότερο ισχυρή επίδραση στα τεστ κινητικής ικανότητας σε σχέση με την ηλικία, λαμβάνοντας υπόψη την πολυδιάστατη πτυχή του χάντμπολ με πολλά στοιχεία απόδοσης19, 20, 21, 22, 23. Είναι αποδεκτό ότι η δομή του σώματος και τα μορφολογικά χαρακτηριστικά επηρεάζουν την αθλητική απόδοση, λαμβάνοντας υπόψη τις διαφορές στην ηλικία και το είδος του αθλήματος, ενώ εξηγούν το υψηλό ποσοστό διακύμανσης στα τεστ φυσικής κατάστασης24. Παρά τις πολλές μελέτες που αφορούν τους σωματομετρικούς δείκτες και τις επιδόσεις, η θέση του παιχνιδιού και το ύψος σε διαδοχικές ηλικιακές κατηγορίες δεν έχουν μελετηθεί επαρκώς ειδικά σε αγώνες κορυφαίου επιπέδου. Η υπόθεση εργασίας είναι ότι το ύψος των παικτών σε διαφορετικές θέσεις συμβάλλει στην απόδοση των ομάδων όπως αντικατοπτρίζεται στην κατάταξή τους στα πρωταθλήματα που μελετήθηκαν. Ο κύριος σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση του συντελεστή ύψους και της θέσης του παίκτη σε σχέση με την τελική κατάταξη της ομάδας στις τρεις ηλικιακές κατηγορίες, νέους, εφήβους και άνδρες.
Μέθοδος
Συμμετέχοντες
Τα δεδομένα αντλήθηκαν από 24 ομάδες που συμμετείχαν στα παγκόσμια πρωταθλήματα νέων και εφήβων του 2019, 2017 και 2015 και στα παγκόσμια πρωταθλήματα ανδρών του 2019, 2017 και 2013. Συνολικά, n=2629 αθλητές (άνδρες n=972, ηλικίας=27.3±4, νέοι n= 622, ηλικία= 19,9±1,0, έφηβοι n=1035, ηλικία=18,8±0,2) καταγράφηκαν. Για κάθε παίκτη ήταν υποχρεωτική η καταγραφή μετρήσεων ηλικίας, ύψους, βάρους και θέσης παιχνιδιού. Αν έλειπε έστω και μία μέτρηση τότε αυτό αποτελούσε αποκλεισμό του συγκεκριμένου παίκτη. Τα στοιχεία συγκεντρώθηκαν από τις επίσημες δημοσιευμένες εκθέσεις ομάδων από τα αρχεία της Διεθνούς Ομοσπονδίας Χάντμπολ (I.H.F)25.

Ανθρωπομετρικές μετρήσεις, θέση παίκτη, κατάταξη ομάδας
Καταγράφηκαν μετρήσεις ύψους και βάρους και υπολογίστηκε ο Δείκτης Μάζας Σώματος26 για κάθε συμμετέχοντα παίκτη, ενώ σημειώθηκε και η θέση του παίκτη: περιφερειακός (αριστερά και δεξιά, L-R), πίβοτ (παίκτης γραμμής), τερματοφύλακας, περιφερειακός (κέντρο, C) και ακραίος (αριστερά και δεξιά, L-R). Η τεχνική επιτροπή κάθε εθνικής ομοσπονδίας ήταν υποχρεωμένη να δηλώσει τα παραπάνω στοιχεία. Επιπλέον, καταγράφηκε η τελική κατάταξη της ομάδας, η οποία ήταν από το 1 έως το 24.
Στατιστική Ανάλυση
Όλες οι μεταβλητές ικανοποιούσαν τα τεστ ομοιοσκεδαστικότητας (τεστ ομοιογένειας διακύμανσης Levene) και κανονικότητας (δοκιμή Kolmogorov-Smirnov) των κατανομών τους. Μεταξύ των ομάδων οι διαφορές ύψους, βάρους και ΔΜΣ ελέγχθηκαν με τη διαδικασία ANOVA μονής κατεύθυνσης, αναφέροντας τις τιμές p και το μέγεθος του αποτελέσματος μέσω μερικού τετραγώνου eta (η2), ακολουθούμενες από post-hoc συγκρίσεις ανά ζεύγη με διορθώσεις Bonferroni. Η ανάλυση γραμμικής παλινδρόμησης ανά κατηγορία και θέση παικτών χρησιμοποιήθηκε για να συναχθεί η επίδραση του ύψους στην τελική κατάταξη της ομάδας στα πρωταθλήματα, υποθέτοντας ότι η κατάταξη είναι συνεχής μεταβλητή με εύρος από 1 έως 24. Χρησιμοποιήθηκε επίσης διακριτική ανάλυση μετά τη διαίρεση των ομάδων σε δύο ομίλους: οι πρώτοι οκτώ έναντι των υπόλοιπων ομάδων. Το επίπεδο σημαντικότητας ορίστηκε στο 0,05. Όλες οι στατιστικές αναλύσεις έγιναν με SPSS v.26.
Αποτελέσματα
Ο Πίνακας 1 δείχνει τα περιγραφικά στατιστικά στοιχεία (μέσος όρος και τυπική απόκλιση) και συγκριτικά στατιστικά στοιχεία ύψους, βάρους και Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) μεταξύ των τριών ηλικιακών κατηγοριών. Επιπλέον, μόνο η μεταβλητή ύψους λήφθηκε υπόψη ως επικρατούσα μεταβλητή στο χάντμπολ.
Παράμετρος | Άνδρες (n=972) (Μέσος όρος ±SD) | Νέοι (n=622) (Μέσος όρος ±SD) | Έφηβοι (n=1035) (Μέσος όρος±SD) | ANOVA test | τιμή - p | Αξία επίδρασης (n2) | |
Ύψος (cm) | 190.04±7.33 | 187.28±8.13 | 186.84±7.55 | F(2.3095)=61.1 | <0.001* | 0.039 | |
Βάρος (Kg) | 91.98±10.13 | 86.22±11.30 | 84.77±10.72 | F(2.1377)=151.8 | <0.001* | 0.091 | |
BMI (Kg/m2) | 25.44±2.03 | 24.51±2.22 | 24.21±2.12 | F(2.1377)=107.8 | <0.001* | 0.067 | |
SD=Τυπική απόκλιση, ΔΜΣ=Δείκτης Μάζας Σώματος *= και οι τρεις ηλικιακές κατηγορίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους
Η διαδικασία ANOVA έδειξε ότι οι τρεις κατηγορίες διέφεραν σημαντικά και στις τρεις μετρήσεις (ύψος, βάρος και ΔΜΣ). Οι εκ των υστέρων συγκρίσεις ανά ζεύγη με διορθώσεις Bonferroni έδειξαν ότι και οι τρεις κατηγορίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους.
Τα μέσα ύψη των παικτών στις ομάδες εφήβων και νέων σε σύγκριση με εκείνα των ομάδων ανδρών είχαν διαφορές -1,68% και -1,45% αντίστοιχα.
Στον Πίνακα 2 μπορούμε να δούμε τις μέσες τιμές και την τυπική απόκλιση του ύψους σε σχέση με την κατάταξη της ομάδας ανά θέση κατάταξης οκτώ επιπέδων
Γκρουπ κατάταξης | Άνδρες (n=972) (Μέσος όρος ±SD) | Νέοι (n=622) (Μέσος όρος ±SD) | Έφηβοι (n=1035) (Μέσος όρος±SD) |
1-8 | 192.19±6.80 (n=300) | 190.84±6.95 (n=209) | 189.60±6.62 (n=336) |
9-16 | 190.92±6.46 (n=355) | 187.72±7.74 (n=193) | 187.66±6.80 (n=287) |
17-24 | 186.96±7.68 (n=317) | 183.51±7.90 (n=220) | 184.03±7.80 (n=412) |
ANOVA test | F(2.1377)=69.1 | F(2.620)=51.0 | F(2.1032)=58.3 |
τιμή - p | <0.001* | <0.001* | <0.001* |
Αξία επίδρασης (n2) | 0.091 | 0.141 | 0.102 |
SD=Τυπική απόκλιση, ΔΜΣ=Δείκτης Μάζας Σώματος *= και οι τρεις ηλικιακές κατηγορίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους
Οι αντίστοιχες τιμές ύψους των εφήβων και των νέων σε σχέση με τους ηλικιωμένους σύμφωνα με τη θέση κατάταξης οκτώ βαθμίδων είναι: Θέσεις (1-8) -1,35% και -0,7%, (9-16) -1,71% και -1,68%, (17 -24)
-1.58 % and -1.85%
Η διαδικασία ANOVA έδειξε ότι οι τρεις κατηγορίες διέφεραν σημαντικά και στις τρεις μετρήσεις (ύψος, βάρος και ΔΜΣ). Οι εκ των υστέρων συγκρίσεις ανά ζεύγη με διορθώσεις Bonferroni έδειξαν ότι και οι τρεις κατηγορίες διέφεραν σημαντικά μεταξύ τους.
Στον πίνακα 3, φαίνεται το μέσο ύψος, η τυπική απόκλιση και το τεστ ANOVA ανά κατηγορία ηλικίας και θέση παίκτη.
Θέση παιχτών | Άνδρες (Μέσος όρος ±SD) | Νέοι (Μέσος όρος ±SD) | Έφηβοι (Μέσος όρος±SD) |
Περιφερειακοι (L-R) | 193.28 ±6.78a (n=290) | 189.85±7.68a (n=192) | 189.09±7.16a (n=323) |
Πίβοτ | 193.66±6.76a (n=167) | 191.86±7.23a (n=76) | 190.39±6.82a (n=152) |
Τερματοφύλακες | 191.15±5.83b (n=137) | 189.62±6.81a (n=87) | 188.90±6.62a (n=145) |
Κεντρικοί (C) | 187.49±6.27 c (n=146) | 184.64±8.00b (n=112) | 185.03±6.96b (n=161) |
Ακραίοι (L-R) | 184.11±6.01d (n=232) | 182.37±6.67c (n=155) | 181.83±6.37c (n=254) |
ANOVA test | F(4.967)=88.6 | F(4.617)=36.6 | F(4.1030)=59.5 |
τιμή - p | <0.001 | <0.001 | <0.001 |
Αξία επίδρασης (n2) | 0.268 | 0.192 | 0.188 |
SD=Τυπική απόκλιση, L-R = Αριστερά-Δεξιά, C= κέντρο. Διαφορετικά γράμματα εκθέτη υποδηλώνουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των θέσεων των παικτών
Και στις τρεις κατηγορίες, οι παίκτες που παίζουν ως πίβοτ ή περιφεριακοί (L-R) είναι σημαντικά υψηλότεροι από τους παίκτες σε άλλες θέσεις. Σε νέους και εφήβους, οι τερματοφύλακες είναι τόσο ψηλοί όσο οι πίβοτ και οι περιφερειακοί (L-R). Στις υπόλοιπες θέσεις, το ίδιο μοτίβο εμφανίζεται και στις τρεις κατηγορίες, με τους τερματοφύλακες ψηλότερους από τους περιφερειακούς (κέντρο) και ψηλότερους από τους ακραίους (αριστερά - δεξιά) με σημαντικές διαφορές μεταξύ τους.
Στον πίνακα 4, φαίνεται το μέσο ύψος, η τυπική απόκλιση και το τεστ ANOVA ανά ηλικιακή κατηγορία, θέση παίκτη οκτώ ανά βαθμίδα (1-8, 9-16, 17-24).
SD=Τυπική απόκλιση, L-R = Αριστερά-Δεξιά, C= κέντρο. Διαφορετικά γράμματα εκθέτη υποδηλώνουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των θέσεων των παικτών
Η διαδικασία ANOVA απέδειξε ότι σε όλα τα γκρουπ και σε όλες τις κατηγορίες, τα ύψη των παικτών διέφεραν σημαντικά μεταξύ διαφορετικών θέσεων. Τα μοτίβα διαφοράς σε μεγάλο βαθμό δείχνουν ότι οι θέσεις των ακραίων και των κεντρικών (C) έχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους και μεταξύ των άλλων θέσεων. Οι περιφερειακοί (L R) και οι πίβοτ είναι στατιστικά σημαντικά ψηλότεροι από τους άλλους. Αξιοσημείωτο είναι ότι στις θέσεις 1-8 και στις τρεις κατηγορίες, το ύψος του τερματοφύλακα δεν διαφέρει σημαντικά σε σχέση με τους περιφερειακούς και τους πίβοτ.
Στον πίνακα 5, μπορούμε να δούμε την ανάλυση παλινδρόμησης, τον συντελεστή συσχέτισης της εξάρτησης της κατάταξης από το ύψος του παίκτη για κάθε ηλικιακή κατηγορία και θέση παίκτη. Σε όλες τις περιπτώσεις οι αρνητικοί συντελεστές παλινδρόμησης είναι όλοι σημαντικά διαφορετικοί από το μηδέν, επιβεβαιώνοντας έτσι τη σχέση μεταξύ του ύψους των παικτών και της απόδοσης της ομάδας.
Παίχτες | Άνδρες | Νέοι | 'Εφηβοι | ||||||
Θέσεις | r | b | τιμή - p | r | b | τιμή - p | r | b | τιμή - p |
Περιφερειακοί (L-R) | .472 | -.473 | .000 | .455 | -.406 | .000 | .318 | -.316 | .000 |
Πίβοτ | .432 | -.433 | .000 | .459 | -.398 | .000 | .395 | -.425 | .000 |
Τερματοφύλακες | .437 | -.518 | .000 | .496 | -.486 | .000 | .332 | -.368 | .000 |
Κεντρικοί (C) | .387 | -.410 | .000 | .576 | -.492 | .000 | .471 | -.489 | .000 |
Ακραίοι (L-R) | .234 | -.269 | .000 | .204 | -.204 | .011 | .283 | -.331 | .000 |
L-R = Αριστερά-Δεξιά, C= κέντρο, r=συντελεστής συσχέτισης, b=συντελεστής παλινδρόμησης
Οι βαθμολογίες των ομάδων χωρίστηκαν σε δύο ομίλους – στον πρώτο όμιλο, οι ομάδες κατατάχθηκαν από το 1-8 και στον δεύτερο όμιλο, οι ομάδες ήταν 9-24. Η διακριτική ανάλυση για κάθε κατηγορία και θέση απέδειξε ότι στις περισσότερες περιπτώσεις, το ύψος μπορούσε να προβλέψει σωστά περισσότερο από το 70% της τελικής συμμετοχής στην ομάδα των ομάδων (Πίνακας 6).
Θέση Παιχτών | Άνδρες | Νέοι | 'Εφηβοι |
Περιφερειακοι (L-R) | 71.4% | 68.8% | 69.7% |
Πίβοτ | 64.1% | 67.1% | 70.4% |
Τερματοφύλακες | 73.7% | 70.1% | 68.3% |
Κεντρικοί (C) | 69.9% | 75.9% | 67.7% |
Ακραίοι (L-R) | 71.1% | 69.0% | 68.9% |
L-R = Αριστερά-Δεξιά, C= κέντρο
Συζήτηση
Ο κύριος σκοπός της έρευνας ήταν η διερεύνηση του συντελεστή ύψους και της θέσης του παίκτη σε σχέση με την τελική κατάταξη της ομάδας στις τρεις ηλικιακές κατηγορίες, εφήβους, νέους και άνδρες. Οι θέσεις των παικτών ήταν περιφερειακοί (αριστερά και δεξιά), πίβοτ (παίκτης γραμμής), τερματοφύλακες, περιφερειακοί (κέντρο) και ακραίοι (αριστερά και δεξιά). Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι το ύψος διαφέρει στατιστικά σημαντικά μεταξύ των κατηγοριών. Αντίστοιχες μελέτες παρουσιάζουν παρόμοια αποτελέσματα27, 28. Τα ανθρωπομετρικά χαρακτηριστικά είναι θεμελιώδη για την επίτευξη της βέλτιστης ανάπτυξης της αθλητικής απόδοσης και μπορούν να επηρεάσουν το πόσο καλά ανταποκρίνονται οι παίκτες στις απαιτήσεις της συγκεκριμένης θέσης παιχνιδιού. Η προπονητική διαδικασία είναι μεταξύ των βασικών παραγόντων που καθορίζουν τις μορφολογικές διαφορές του αθλητή στις μετρήσεις σωματικού όγκου, αλλά το ύψος, που είναι το αντικείμενο της μελέτης, είναι γενετικά καθορισμένο και σχετίζεται με την ηλικία και παραμένει σε μεγάλο βαθμό ανεπηρέαστο από την προπόνηση.29, 30. Στην κατηγορία των ανδρών, το μέσο ύψος των παικτών στις 24 ομάδες που συμμετείχαν ήταν 190,04 cm, παρόμοιο με το ύψος που σημειώθηκε από τους Chaouachi et al.31 με μέσο ύψος που αναφέρθηκε ως 189,5 cm σε δείγμα που περιελάμβανε αθλητές από την εθνική ομάδα της Τυνησίας. Το αντίστοιχο ύψος για τους νέους ήταν 187,28 cm ενώ για τους εφήβους ήταν 186,84 cm. Οι στατιστικές διαφορές του μέσου ύψους μεταξύ ανδρών, νέων και εφήβων κρίνονται λογικές γιατί ειδικά για τους εφήβους, η ωριμότητά τους βρίσκεται ακόμη σε διαδικασία εξέλιξης32,33. Αυτό εξηγείται και από την ηλικιακά περιορισμένη επιλογή από τη δεξαμενή των παικτών αυτών των δύο κατηγοριών, η οποία ορίζεται από τους κανόνες της ομοσπονδίας.

Παρά τις διαφορές του μέσου ύψους μεταξύ των κατηγοριών, πρέπει να σημειωθεί ότι οι μέσες τιμές ύψους για εφήβους και νέους αντιστοίχως αποτελούν -1,68% και -1,45% το μέσο ύψος της ομάδας ανδρών. Οι τιμές ύψους για εφήβους και νέους σε σύγκριση μειώνονται ακόμη περισσότερο στο -1,35% και – 0,7% αντίστοιχα, όταν στη μελέτη λάβουμε υπόψη τη θέση κατάταξης της ομάδας στις 8 πρώτες θέσεις. Στην πραγματικότητα, αυτό σημαίνει ότι οι ομάδες υψηλού επιπέδου ανδρών επιλέγουν να δημιουργηθούν από τις κατηγορίες εφήβων και νέων με βάση σωματομετρικά κριτήρια προφανώς με την ανάπτυξη τεχνικών και τακτικών δεξιοτήτων και μέσω προγραμμάτων αναγνώρισης ταλέντων34,35,36. Είναι προφανές ότι η διαδικασία ανάπτυξης και οι επιδόσεις ενός αθλητή συνεχίζουν να εξελίσσονται ενισχύοντας έτσι τις φυσικές παραμέτρους και τελειοποιώντας τα τεχνικά τακτικά χαρακτηριστικά και την αποκτηθείσα αγωνιστική εμπειρία. Η συμμετοχή των αθλητών στις κατηγορίες εφήβων και νέων είναι ένα κρίσιμο στάδιο πριν τελικά την είσοδό τους στην εθνική ομάδα ανδρών. Η εκπαίδευση στην παιδική ηλικία είναι σημαντική για τη μελλοντική τους ανάπτυξη, λαμβάνοντας υπόψη την παιδαγωγική πτυχή, αλλά η απόδοσή τους πριν από την ηλικία των δεκαέξι δεν είναι καλός προγνωστικός παράγοντας για την απόδοση των ανδρών37 ενώ λαμβάνεται υπόψη η σχετική επίδραση ηλικίας στην επιλογή των αθλητών και στην απόδοση της ομάδας38. Μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις βλέπουμε νεότερους ταλαντούχους παίκτες να γίνονται μέρος μιας υψηλότερης ηλικιακής κατηγορίας.
Οι 24 ομάδες που συμμετέχουν στο παγκόσμιο πρωτάθλημα χωρίστηκαν σε τρεις εξαρτημένους ομίλους κατάταξης, 1-8, 9-16 και 17-24 ανά ηλικιακή κατηγορία. Η ανάλυση διακύμανσης μεταξύ των τριών ομάδων που κατατάχθηκαν και στις τρεις κατηγορίες έδειξε ότι υπήρχαν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ αυτών των ομάδων και στις τρεις ηλικιακές κατηγορίες. Είναι προφανές ότι ένα πιο ψηλό σώμα ισοδυναμεί με καλύτερη θέση κατάταξης. Ο ψηλότερος παίκτης έχει ένα πλεονέκτημα καθώς έχει τη δυνατότητα να καλύψει μεγαλύτερες περιοχές άμυνας, κάτι που είναι πολύ σημαντικό σε οποιαδήποτε άμυνα ζώνης, υπό την προϋπόθεση ότι άλλες παράμετροι απόδοσης όπως τεχνική, τακτική και φυσική κατάσταση είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο. Όσον αφορά την επίθεση, η ικανότητα του παίκτη να σουτάρει πάνω από το αμυντικό μπλοκ είναι ένα ξεκάθαρο πλεονέκτημα. Τα αποτελέσματά μας είναι σύμφωνα με αυτά των Hasan et al.39 με ένα δείγμα των ομάδων που συμμετέχουν στους 12ους Ασιατικούς Αγώνες στη Χιροσίμα της Ιαπωνίας. Οι παίκτες των επιτυχημένων ομάδων, που κατέλαβαν τις τρεις πρώτες θέσεις, σε σχέση με τις υπόλοιπες δύο συμμετέχουσες ομάδες, τις αποτυχημένες, φαίνεται να είναι συγκριτικά ψηλότεροι. Φαίνεται ότι το να είσαι ψηλότερος δεν συσχετίζεται μόνο με καλύτερα αποτελέσματα για τις εθνικές ομάδες αλλά και για τις ομάδες των συλλόγων, συγκρίνοντας ομάδες από την πρώτη και τη δεύτερη κατηγορία χάντμπολ στο εθνικό πρωτάθλημα40. Τα ευρήματά μας δείχνουν παρόμοια αποτελέσματα με αυτά των Fieseler et al.41 όπου οι παίκτες της πρώτης κατηγορίας στο γερμανικό πρωτάθλημα ήταν στατιστικά υψηλότεροι σε σχέση με τους παίκτες στην τρίτη κατηγορία στο γερμανικό πρωτάθλημα χάντμπολ.
Στο χάντμπολ υπάρχει ένας καθορισμένος ρόλος θέσης για κάθε παίκτη, παρόλο που είναι πλεονεκτικό για έναν παίκτη να αναλάβει διαφορετικούς ρόλους θέσης στο παιχνίδι. Όσον αφορά το ύψος, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης μας, οι περιφερειακοί (αριστερά και δεξιά) και οι πίβοτ είναι οι πιο ψηλοί παίκτες και ακολουθούν οι τερματοφύλακες, οι κεντρικοί περιφερειακοί και οι ακραίοι που είναι οι πιο κοντοί από όλους. Στο ανώτερο επίπεδο, στατιστικά σημαντικές διαφορές δεν υπάρχουν μεταξύ των περιφερειακών (L-R) (193,28 ±6,78) και των πιβοτ (193,66±6,76) που είναι ψηλότεροι, ακολουθούμενοι από τερματοφύλακες, κεντιρκούς περιφερειακούς και εξτρέμ που είναι οι πιο κοντοί παίκτες. Στους νέους και εφήβους, οι τερματοφύλακες είναι ψηλοί όσο οι πίβοτ και οι περιφερειακοί (L-R), ακολουθούμενοι από τους κεντιρκούς και τους εξτρέμ που έχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ τους. Τα αποτελέσματά μας συμφωνούν εν μέρει με αυτά των Srhorj και συνεργατών.42 που αναφέρει τους περιφερειακούς ως τους ψηλότερους παίκτες και οι διαφορές μεταξύ των παικτών της περιφέρειας και των ακραίων είναι μεγαλύτερες σε σκελετικές διαστάσεις ενώ οι Schwesig et al. Το 43 καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι οι ακραίοι, οι πίβοτ και οι τερματοφύλακες ήταν σημαντικά πιο κοντοί από τους περιφερειακούς. Συνεπή με τα ευρήματά μας είναι αυτά των Sibila και Pori44 που σημειώνουν ότι οι πιο κοντοί παίκτες μπορούν να καταλάβουν τη θέση των ακραίων, καθώς το ύψος του σώματος δεν είναι καθοριστικός παράγοντας για αυτή τη θέση. Το ίδιο μοτίβο ύψους και αγωνιστικής θέσης σε επιλεγμένους αθλητές εθνικών ελληνικών ομάδων ηλικίας 16 έως 20 ετών παρουσίασαν οι Rousanoglou et al.45. Επιπλέον, οι Hermassi et al.46 σημειώνουν ότι οι ακραίοι παρουσίαζαν το χαμηλότερο ύψος σώματος.
Στη μελέτη μας, οι παίκτες σε περιφερειακές θέσεις έχουν διαφοροποιηθεί σε δύο μέρη, αριστερά - δεξιά και στο κέντρο, αν και σε πολλές μελέτες αυτές οι θέσεις λαμβάνονται ως μία ενιαία θέση. Οι περιφερειακοί σημειώνουν μεγάλο ποσοστό στα συνολικά γκολ και έχουν συμπληρωματική σχέση με τα πίβοτ, που σχετίζεται με το τεχνικό τακτικό κομμάτι47. Το ψηλό ύψος του σώματος είναι ένα πλεονέκτημα για τους περιφερειακούς που πρέπει να έχουν ικανότητα και στις ρίψεις. Το ύψος είναι επίσης ένα πλεονέκτημα για τον παίκτη πίβοτ τόσο για το σκοράρισμα σε δύσκολες και πιεστικές καταστάσεις όσο και για τον ρόλο του στη δημιουργία συνθηκών για γκολ από άλλους παίκτες της ομάδας. Σύμφωνα με τους Almeida et al.48 με ένα δείγμα ανδρών από παγκόσμια πρωταθλήματα χάντμπολ, καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι καλύτερες ομάδες έχουν τους ψηλότερους παίκτες, κάτι που βλέπουμε στα εθνικά πρωταθλήματα πρώτης κατηγορίας 49 . Περαιτέρω έρευνα στις βαθμίδες κατάταξης, 1-8, 9-16,17-24, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παίκτες στις περιφερειακές θέσεις (L-R) και οι πίβοτ ήταν στατιστικά οι ψηλότεροι σε άνδρες, νέους και εφήβους σε όλες τις θέσεις κατάταξης. Επιπλέον, για την κατάταξη των βαθμίδων 1-8 και στις τρεις κατηγορίες, ο τερματοφύλακας συμπεριλαμβάνεται σε αυτή την ομάδα ψηλότερων παικτών. Αυτό επιβεβαιώνει ότι οι ομάδες κορυφαίων επιδόσεων επενδύουν σε παίκτες με υψηλές διαστάσεις σώματος. Οι ακραίοι είναι οι πιο κοντοί παίκτες που, ωστόσο, διαθέτουν ιδιαίτερες ικανότητες και είναι απαραίτητοι για καταστάσεις επιθετικού αιφνιδιασμού και συχνά επιθετικής άμυνας. Ο κεντιρκός (C) είναι ψηλότερος από τον ακραίο και στο σύγχρονο χάντμπολ όχι μόνο πρέπει να οργανώνει το παιχνίδι αλλά και να συμβάλλει στο σκοράρισμα. Ο κεντρικός (C) φαίνεται συχνά να αλλάζει προσωρινά θέση με τον αριστερό και τον δεξί περιφερειακό, κάτι που είναι απαραίτητο στο σύγχρονο χάντμπολ.
Η ανάλυση παλινδρόμησης διαπίστωσε ότι το ύψος των παικτών ήταν ένας σημαντικός προγνωστικός παράγοντας της θέσης κατάταξης για κάθε ηλικιακή κατηγορία και θέση παίκτη. Ομάδες με ψηλότερους παίκτες σε όλες τις θέσεις βρέθηκαν να κατατάσσονται ψηλά. Οι υψηλότεροι συσχετισμοί σε ανώτερο επίπεδο βρέθηκαν να είναι για τους περιφερειακούς (L-R), ακολουθούμενοι από τον τερματοφύλακα και τον πίβοτ. Στην κατηγορία των νέων, αυτός ο συσχετισμός ήταν υψηλότερος για τους κεντρικούς περιφερειακούς, ακολουθούμενος από τον τερματοφύλακα και ομοίως στην κατηγορία των εφήβων, αυτός ο συσχετισμός ήταν υψηλότερος για τον κεντρικό περιφερειακό ακολουθούμενο από το πίβοτ. Στο χάντμπολ κορυφαίου επιπέδου, το υψηλότερο ποσοστό των συνολικών τερμάτων σε ένα παιχνίδι φαίνεται να προέρχεται από τους περιφερειακούς και το πίβοτ50. Επομένως, για αυτές τις θέσεις παικτών που σχετίζονται άμεσα με τη βαθμολογία, το ύψος είναι πλεονέκτημα. Η πιο αδύναμη συσχέτιση της θέσης του παίκτη με την κατάταξη της ομάδας εμφανίζεται στη θέση των ακραίων. Στη συγκεκριμένη θέση παίκτη, όπως δείχνουν τα αποτελέσματά μας, βρίσκουμε πιο κοντούς παίκτες που συχνά συμμετέχουν σε άλλους ρόλους όπως σε άμεσο αιφνιδιασμό και επίθεση γρήγορης σέντρας.
Η κατάταξη των ομάδων χωρίστηκε σε δύο ομίλους – στον πρώτο όμιλο, οι ομάδες κατατάχθηκαν από το 1-8 και στον δεύτερο όμιλο οι ομάδες κατατάχθηκαν 9-24, με σκοπό τη διεξαγωγή ανάλυσης διακρίσεων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι υπήρχε σημαντική ικανότητα διάκρισης ύψους και στις τρεις κατηγορίες και στις θέσεις παικτών που αντιπροσωπεύουν ένα συνολικό ποσοστό περίπου 70% στη σωστή ταξινόμηση των τριών βαθμίδων κατάταξης των 8 ομάδων. Αυτή η σωστή αναλογία ταξινόμησης υπερβαίνει τη θεωρητικά αναμενόμενη. Το πλεονέκτημα ύψους ισχύει εφόσον οι άλλες παράμετροι απόδοσης βρίσκονται σε ικανοποιητικό επίπεδο όπως αναφέρθηκε προηγουμένως. Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν επίσης τη σημασία του ύψους του τερματοφύλακα. Η ιδιαιτερότητα αυτής της θέσης έγκειται στα μακρύτερα άκρα που μπορούν να καλύψουν μεγαλύτερη περιοχή του τέρματος. Η αποτελεσματικότητα του σουτ και η αποτελεσματικότητα του τερματοφύλακα είναι βασικοί δείκτες απόδοσης στο χάντμπολ. Η διαφορά μεταξύ των νικητριών και των χαμένων ομάδων σχετίζεται με σουτ και ειδικότερα με αποτυχημένες προσπάθειες γκολ (σουτ που αποκρούστηκαν, σουτ άστοχα και σουτ που μπλοκαρίστηκαν)51
Οι προπονητές και οι υπεύθυνοι ομάδων είναι υποχρεωμένοι να σχεδιάσουν ένα τακτικό μοντέλο παιχνιδιού έτσι ώστε να είναι προσαρμοσμένο στα σωματομετρικά και τεχνικά τακτικά χαρακτηριστικά των παικτών τους. Μια ομάδα χωρίς πλεονέκτημα ύψους θα χρησιμοποιήσει πιθανώς περισσότερη επιθετική άμυνα για να οδηγήσει τον αντίπαλο σε λάθη και να δώσει την ευκαιρία για κλεψίματα. Θα προσπαθήσει να διατηρήσει ένα γρήγορο παιχνίδι με αιφνιδιασμόυς αντί για οργανωμένηεπίθεση θέσης. Στην πράξη όμως, οι ομάδες κορυφαίου επιπέδου έχουν αθλητές που είναι και ψηλοί και διαθέτουν όλα τα χαρακτηριστικά (τεχνικές, τακτικές, εκρηκτική δύναμη, ψυχολογικές ικανότητες και άλλα) που τις οδηγούν στην κορυφή. Μια επισκόπηση των αποτελεσμάτων δείχνει τη σημασία του ύψους στην απόδοση της ομάδας52. Παρόλα αυτά, το χάντμπολ είναι ένα άθλημα που περιλαμβάνει πολλά χαρακτηριστικά όπως τρέξιμο, άλμα και ρίψη, με μεγάλη ποικιλία κινήσεων και γρήγορες αποφάσεις που απαιτούν τακτικές και τεχνικές δεξιότητες και επομένως όλα αυτά τα στοιχεία πρέπει να ληφθούν υπόψη.
Συμπέρασμα
Τα αποτελέσματα της μελέτης μας υποστηρίζουν τη σημασία του ύψους ως παράγοντα που διαφοροποιεί τις ομάδες υψηλού επιπέδου. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τις θέσεις των περιφερειακών, του πίβοτ και του τερματοφύλακα. Αν και το ύψος είναι πλεονέκτημα, δεν αρκεί από μόνο του να παρέχει υψηλού επιπέδου απόδοση, καθώς οι αθλητές πρέπει να είναι σε εξαιρετική φυσική κατάσταση και να διαθέτουν σύνθετη τεχνική τακτική ικανότητα. Φαίνεται ότι για να φτάσει κανείς στην κορυφαία θέση στον αθλητισμό χρειάζεται να πληρούνται ταυτόχρονα όλες οι παραπάνω προϋποθέσεις. Τα αποτελέσματα της μελέτης βασίζονται σε μια σειρά δεδομένων από τρεις ηλικιακές κατηγορίες από τις ισχυρότερες εθνικές ομάδες, των οποίων η συμμετοχή σε παγκόσμια πρωταθλήματα είναι δυνατή μόνο μετά από προκριματικούς γύρους. Τα πρακτικά αποτελέσματα της μελέτης μπορούν να βοηθήσουν τις εθνικές ομοσπονδίες και τους προπονητές να σχεδιάσουν πιο αποτελεσματικές στρατηγικές για την επιλογή και την ανάπτυξη παικτών.
Βιβλιογραφία
1.Wagner, H., Finkenzeller, T., Würth, S., & Von Duvillard, S. P. Individual and team performance in team-handball: A review. Journal of sports science & medicine, 2014, 13(4), 808.
2. Lamas, L., Barrera, J., Otranto, G., & Ugrinowitsch, C. Invasion team sports: strategy and match modeling. International Journal of Performance Analysis in Sport, 2014, 14(1), 307-329.
3. https://www.ihf.info/regulations-docuts/357?selected=Competitions
4. Quirk, J., & Fort, R. D. Pay dirt: The business of professional team sports. 1997, Princeton University Press.
5. Terviö, M. Transfer fee regulations and player develop. Journal of the European Economic Association, 2006, 4(5), 957-987.
6. Binder, J. J., & Findlay, M. The effects of the Bosman ruling on national and club teams in Europe. Journal of Sports Economics, 2012, 13(2), 107-129.
7. Meletakos, P., Noutsos, K., Manasis, V., & Bayios, I. The mediating effect of competitive balance on the relation between foreign players and performance of the Greek Nationa Basketball Team. Journal of Physical Education and Sport Management, 2014, 5(7), 72 80. https://doi.org/10.5897/JPESM2014.0195
8. Meletakos, P., Bayios, I. General trends in European ’s handball: a longitudinal study. International Journal of Performance Analysis in Sport,2010, vol. 10 (3), 221-228. https://doi.org/10.1080/24748668.2010.11868517
9. Vila, H., & Ferragut, C. Throwing speed in team handball: a systematic review. International Journal of Performance Analysis in Sport, 2019, 19(5), 724-736. https://doi.org/10.1080/24748668.2019.1649344
10. Vila, H., Zapardiel, J. C., & Ferragut, C. The relationship between effectiveness and throwing velocity in a handball match. International Journal of Performance Analysis in Sport, 2020, 20(2), 180-188. https://doi.org/10.1080/24748668.2020.1726159
11. Skoufas, D., Kotzamanidis, C., Hatzikotoylas, K., Bebetsos, G., &Patikas, D. The relationship between the anthropometric variables and the throwing performance in handball. Journal of Human Movet Studies, 2003,45, 469–48
12. Lidor, R., Falk, A., Arnon, M., Cohen, Y., Segal, G., &Lander,Y. Measuret of talent in team handball: The questionable use of motor and physical tests. Journal of Strength and Conditioning Research, 2005, 19, 318–325, DOI:10.1519/00124278- 200505000-00014
13. Mohamed, H., Vaeyens, R., Matthys, S., Multael, M., Lefevre, J., Lenoir, M., & Philippaerts, R. Anthropometric and performance measures for the developt of a talent detection and identification model in youth handball. Journal of Sports Sciences, 2009, 27, 257–266. https://doi.org/10.1080/02640410802482417
14. Noutsos, S.K., Rousanoglou, N.E., Meletakos, G.P., Bayios, A.I., Boudolos, D.K. Performance indicators and competition ranking in women’s and men’s World Handball Championship 2017, Journal of Physical Education and Sport, 2018, 18(3), pp. 1761 – 1766, DOI:10.7752/jpes.2018.03256
15. Debanne, T., Laffaye, G. Effects of game location, quality of opposition, number of foreign players and anthropometric factors in elite handball games, Kinesiology, 2017, (2)49, pp. 194-201, https://hrcak.srce.hr/ojs/index.php/kinesiology/article/view/5261
16. Visnapuu, M., Toivo, J. Handgrip strength and hand dimensions in young handball and basketball players. Journal of Strength and Conditioning Research, 2007, 21(3), pp.923-929 https://search.proquest.com/docview/213060483?pqorigsite=gscholar&fromopenview=true
17. Noutsos, K., Nassis, G., Vareltis, I., Kororos, P., Skoufas, D., &Bayios, I. Physiological and anthropometric characteristics of elite junior handball players. Communication to the Annual Congress of the European College of Sport Science, 2008, Estoril, Portugal
18. Malina, R.M., Meleski, B.W., Shoup, R.F. Anthropometric, body composition, andmaturity characteristics of selected school-age athletes. Pediatr Clin North American, 1982, 29(6)1305-1323. https://doi.org/10.1016/s0031-3955(16)34282-1
19. Zapartidis, I., Vareltzis, I., Gouvali, M., & Kororos, P. Physical fitness and anthropometric characteristics in different levels of young team handball players. The Open Sports Sciences Journal, 2009, 2, 22–28. http://dx.doi.org/10.2174/1875399X00902010022
20. Visnapuu, M., & Jürimäe, T. Relations of anthropometric parameters with scores on basic and specific motor tasks in young handball players. Perceptual and motor skills, 2009, 108(3), 670-676. https://doi.org/10.2466%2Fpms.108.3.670-676
21. Ziv, G., & Lidor, R. Physical characteristics, physiological attributes, and on-court performances of handball players: A review. European Journal of Sport Science, 2009, 9, 375–386. https://doi.org/10.1080/17461390903038470
22. Wagner, H., Finkenzeller, T., Würth, S., & Von Duvillard, S. P. Individual and team performance in team-handball: A review. Journal of sports science & medicine, 2014, 13(4), 808. https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC4234950/
23. Tuquet, J., Zapardiel, J. C., Saavedra, J. M., Jaén-Carrillo, D., & Lozano, D. Relationship between Anthropometric Parameters and Throwing Speed in Amateur Male Handball Players at Different Ages. International Journal of Environmental Research and Public Health, 2020, 17(19), 7022. https://doi.org/10.3390/ijerph17197022
24. Carter, J.E.L. Somatotypes of Olympic athletes. In: J.E.L. Carter (ed.) Physical Structure of Olympic Athletes. Part II: Kinanthropometry of Olympic Athletes. Karger, Basel, 1984, pp. 80-109
25. International Handball Federation. https://www.ihf.info/
26. Matz, R. Calculating body mass index. Annals of internal medicine, 1993,118(3), 232.
27. Michalsik, Lars Bojsen, Klavs Madsen, and Per Aagaard. Technical match characteristics and influence of body anthropome try on playing performance in male elite team handball.The Journal of Strength & Conditioning Research, 2015, 29.2, 416-428.
28. Sporiš G, Vuleta D, Vuleta D Jr, Milanović D. Fitness profiling in handball: physicaland physiological characteristics of elite players. Coll Antropol.2010, 34(3), 1009–14. https://hrcak.srce.hr/59364
29. Mcevoy, Brian P., Visscher, Peter M. Genetics of human height. Economics & Human Biology, 2009, 7,3: 294-306.
30. Weedon, Michael N., Frayling, Timothy M. Reaching new heights: insights into the genetics of human stature. Trends in genetics, 2008, 24,12: 595-603
31. Chaouachi, A., Brughelli, M., Levin, G., Boudhina, N. B., Cronin, J., & Chamari, K. Anthropometric, physiological and performance characteristics of elite team-handball players. Journal of sports sciences, 2009, 27.2,151-157. https://doi.org/10.1080/02640410802448731
32. Fransen, J., Bush, S., Woodcock, S., Novak, A., Deprez, D., Baxter-Jones, A. D., … & Lenoir, M. Improving the prediction of maturity from anthropometric variables using a maturity ratio. Pediatric exercise science, 2018, 30(2), 296-307.
33. Jones, M. A., Hitchen, P. J., & Stratton, G. The importance of considering biological maturity when assessing physical fitness measures in girls and boys aged 10 to 16 years. Annals of human biology, 2000, 27(1), 57-65.
34. Brown, J. Sports talent. 2001, Human kinetics.
35. Mohamed, H., Vaeyens, R., Matthys, S., Multael, M., Lefevre, J., Lenoir, M., & Philippaerts, R. Anthropometric and performance measures for the development of a talent detection and identification model in youth handball. Journal of Sports Sciences, 2009, 27(3), 257-266.
36. Matthys, S. P., Vaeyens, R., Vandendriessche, J., Vandorpe, B., Pion, J., Coutts, A. J., … & Philippaerts, R. M. A multidisciplinary identification model for youth handball. European Journal of Sport Science, 2011, 11(5), 355-363.
37. Boccia, G., Moisè, P., Franceschi, A., Trova, F., Panero, D., La Torre, A., … & Cardinale, M. Career performance trajectories in track and field jumping events from youth to senior success: the importance of learning and development. Plos one, 2017, 12(1), e0170744.
38. Rubia, A. D. L., Bjørndal, C. T., Sánchez-Molina, J., Yagüe, J. M., Calvo, J. L., & Maroto-Izquierdo, S. The relationship between the relative age effect and performance among athletes in World Handball Championships. Plos one, 2020, 15(3), e0230133.
39. Hasan, A., Rahaman, J. A., Cable, N. T., & Reilly, T. Anthropometric profile of elite male handball players in Asia. Biology of sport, 2007, 24(1), 3
40. Bayios, I. A., Anastasopoulou, E. M., Sioudris, D. S., & Boudolos, K. D. Relationship between isokinetic strength of the internal and external shoulder rotators and ball velocity in team handball. Journal of Sports Medicine and Physical Fitness, 2001, 41(2), 229-235.
41. Fieseler, G., Hermassi, S., Hoffmeyer, B., Schulze, S., Irlenbusch, L., Bartels, T., & Schwesig, R. Differences in anthropometric characteristics in relation to throwing velocity and competitive level in professional male team handball: a tool for talent profiling. The Journal of sports medicine and physical fitness, 2017, 57(7-8), 985.https://doi.org/10.23736/s0022-4707.17.06938-9
42. Srhoj, M., Marinovic, M., Rogulj, N. Characteristics of Male Handball Players, Coll. Antropol. (2002), 26, (1), 219–227 https://pubmed.ncbi.nlm.nih.gov/12137302/
43. Schwesig, R., Hermassi, S., Fieseler, G., Irlenbusch, L., Noack, F., Delank, K. S., & Chelly, M. S. Anthropometric and physical performance characteristics of professional handball players: influence of playing position. The Journal of Sports Medicine and physical fitness, 2017, 57(11), 1471. https://doi.org/10.23736/s0022-4707.16.06413-6
44. Sibila, M., Pori, P. Position-Related Differences in Selected Morphological Body Characteristics of Top-Level Handball Players. Coll. Antropol. 2009, 33(4), 1079–1086 https://hrcak.srce.hr/51458
45. Rousanoglou, E. N., Noutsos, K. S., Bayios, I. A. Playing level and playing position differences of anthropometric and physical fitness characteristics in elite junior handball players. The Journal of sports medicine and physical fitness, 2014, 54(5), 611-621. https://europepmc.org/article/med/25270781
46. Hermassi, S., Laudner, K. G., & Schwesig, R. Playing level and position differences in body characteristics and physical fitness performance among male team handball players. Frontiers in bioengineering and biotechnology, 2019, 7, 149. https://doi.org/10.3389/fbioe.2019.00149
47. Meletakos, P., Vagenas, G., & Bayios, I. A multivariate assessment of offensive performance indicators in Men’s Handball: Trends and differences in the World Championships. International Journal of Performance Analysis in Sport, 2011, 11(2), 284-294. https://doi.org/10.1080/24748668.2011.11868548
48. Almeida, A. G., Merlin, M., Pinto, A., Torres, R. D. S., & Cunha, S. A. Performance-level indicators of male elite handball teams. International Journal of Performance Analysis in Sport, 2020, 20(1), 1-9. https://doi.org/10.1080/24748668.2019.1694305
49. Nikolaidis, P. T., Ingebrigtsen, J. Physical and physiological characteristics of elite male handball players from teams with a different ranking. Journal of human kinetics, 2013, 38: 115.
50. Meletakos, P., Noutsos, K., Bayios, I. Stable and changing characteristics of high-level handball as evidenced from World Men’s Championships, Journal of Physical Education and Sport, 2020, 20(3), 1354-1361. DOI:10.7752/jpes.2020.03187
51. Daza, G., Andrés, A., & Tarragó, R. Match Statistics as Predictors of Team’s Performance in Elite competitive Handball.[Estadística del partido como predictor del rendimiento de equipo en el balonmano de élite]. RICYDE. Revista Internacional de Ciencias del Deporte. 2017, 13(48), 149-161.doi: 10.5232/ricyde,
52. Khosla, T. Sport for tall. Br Med J (Clin Res Ed), 1983, 287(6394), 736-738.
*Το αρχικό κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό: Motriz, Rio Claro, v. 27, 2021, e10210002621 (https://doi.org/10.1590/S1980-657420210002621) από:
Παναγιώτης Μελετάκος, Κωνσταντίνος Νούτσος, Αλίνα Ιωάννα Μπάρθα και Ιωάννης Μπάγιος
Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Ελλάδα.
Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού,
Τμήμα Ομαδικού Αθλητισμού, Αθήνα, Ελλάδα